Συντάκτες:
Γεωργία Πουλημενάκου
Μεταδιδάκτορας, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.
Μάρκος Σαρρής
Καθηγητής, Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.
Η βιωματική μάθηση ως μέθοδος διδασκαλίας αποτελεί σήμερα μία μορφή της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στην εκπαιδευτική διαδικασία, η οποία οικοδομείται από τη δυναμική που προσδίδει η δημιουργική εμπειρία στη μάθηση. Απορρέει από επιστημονικές θεωρίες για την ανθρώπινη μάθηση και ανάπτυξη, τις οποίες θεμελίωσαν σημαντικοί θεωρητικοί μελετητές όπως ο John Dewey, ο Kurt Lewin, ο Jean Piaget, ο Paulo Freire και ο Carl Rogers.
Βασικός στόχος της βιωματικής μάθησης είναι να αντικατασταθεί η απομνημόνευση πληροφοριών από τη διανοητική και συναισθηματική εμπλοκή του εκπαιδευόμενου, έχοντας ως θεμέλιο την ψυχονοητική και συγκινησιακή διεργασία. Η δημιουργική μάθηση επιτυγχάνεται όταν το άτομο, καθώς εμπλέκεται σε μια ενεργητική εκπαιδευτική δραστηριότητα, αναστοχάζεται, αξιολογεί και διαπιστώνει τι ήταν χρήσιμο ή σημαντικό να θυμάται με αποτέλεσμα να χρησιμοποιεί αυτή την πληροφορία για να δομήσει μια άλλη μαθησιακή διεργασία.
Η γνώση που απορρέει από τη βιωματική μάθηση διέπεται από και επιτυγχάνεται μέσω των ακόλουθων θεμελιωδών αρχών:
- Η γνώση επέρχεται με την ενεργό δράση και όχι με το αποτέλεσμα.
- Η γνώση αποτελεί μια ολιστική διαδικασία, καθότι δεν εστιάζει μόνο στη γνωστική λειτουργία αλλά καθορίζει τη σκέψη, την αίσθηση, την αντίληψη και τη συμπεριφορά.
- Η μάθηση είναι αναστοχαστική, καθότι δύναται να βελτιώνεται και να τροποποιείται συνεχώς.
- Το άτομο αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του, καθότι η μάθηση λαμβάνει χώρα σε κοινωνικές συνθήκες.
Συνήθως, οι εκπαιδευόμενοι θυμούνται μόνο ένα μικρό μέρος από όλα όσα άκουσαν με τις παραδοσιακές μεθόδους μάθησης. Αντίθετα, θυμούνται ένα μεγάλο μέρος από αυτά που έχουν ενεργητικά πράξει, συμμετέχοντας σε μαθησιακές δραστηριότητες που συγκλίνουν στο «learning by doing» ή στη μέθοδο Project που στηρίζεται στη συνοχή της δυναμικής της ομάδας ως διερευνητική μάθηση και μέθοδο επίλυσης
προβλημάτων (μετασχηματίζουσα βιωματική μάθηση).
Η μετασχηματίζουσα βιωματική μάθηση συνδέεται με την ενδυνάμωση των εκπαιδευομένων. Αποκτώντας εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους, οι εκπαιδευόμενοι κατακτούν τη γνώση, ενώ, παράλληλα, συμβάλλουν στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και στην προσωπική τους αλλαγή, βελτιώνοντας τις κοινωνικές τους δεξιότητες. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο John Dewey, «μόνο ό, τι δέχθηκες με την ψυχή σου, αυτό μόνο μαθαίνεις και αυτό ενσωματώνεις στη ζωή σου και στον χαρακτήρα σου»… Είναι αξιοσημείωτο ότι μεγάλα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα στον κόσμο συμπεριλαμβάνουν τη βιωματική μάθηση ως στρατηγική μάθησης και διδασκαλίας (Stanford University, Harvard University, British Columbia University, University of Oxford, Imperial College London, University of Chicago, University College London).
Μορφές βιωματικών μαθησιακών εκφάνσεων:
- Προσομοίωση
Ανασύσταση πραγματικών καταστάσεων.
- Παιχνίδι ρόλων
Δύο–τρεις συμμετέχοντες διαδραματίζουν έναν ρόλο που εντάσσεται σε μια συγκεκριμένη κατάσταση, ενώ συνήθως λαμβάνει χώρα και αντιστροφή – εναλλαγή ρόλων.
- Κοινωνιόδραμα
Χρησιμοποιώντας τη δυναμική της ομάδας, στοχεύει στην εξέλιξη των κοινωνικών ομάδων.
- Συγγραφή σεναρίου
Δημιουργία πλοκής μιας ιστορίας με προσωπική, αλυσιδωτή ή ομαδική γραφή.
- Δραστηριότητες δημιουργικής έκφρασης
Για παράδειγμα, μετά την παρουσίαση ενός Έργου Τέχνης, οι εκπαιδευόμενοι, λόγω της συναισθηματικής, νοητικής και ψυχικής τους ευαισθητοποίησης, εκφράζουν βιώματα και προσωπικές εμπειρίες.
Επιδιώξεις βιωματικών μαθησιακών εμπειριών:
Η βιωματική μάθηση ως μέθοδος διδασκαλίας στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση νοείται ως μια συνεχής διεργασία μάθησης, ως μια μαραθώνια διαδρομή. Η αναζήτηση πιθανών δυνατοτήτων εφαρμογής σε σχολές και τμήματα του ΠΑΔΑ, παραπέμπει παράλληλα και σε μελλοντικές εφαρμογές σε άλλους εργασιακούς χώρους. Βασικός σκοπός της είναι η βελτίωση δεξιοτήτων, ικανοτήτων και γνώσεων των φοιτητών που θα τους επιτρέψουν να παράγουν ένα δημιουργικό έργο, προάγοντας ένα περιβάλλον ακαδημαϊκής και εργασιακής ευημερίας.
Δύο βασικοί, θεμελιώδεις προσανατολισμοί χαρακτηρίζουν την εμπειρία της μετασχηματίζουσας βιωματικής μάθησης σε μια προσπάθεια να συνδεθεί το βίωμα με την έρευνα και τη θεωρία:
α) η βιωμένη βιωματική εμπειρία μέσω της ομαδοσυνεργατικής μάθησης και
β) η διερευνητική βιωματική μάθηση ως μια διαδρομή με σημείο αφετηρίας το ατομικό και συλλογικό βίωμα και ενδιάμεσους σταθμούς την επιστημονική γνώση, την ερευνητική ερμηνεία και τη θεμελίωση θεωρίας.
Οι άμεσοι και έμμεσοι στόχοι της είναι:
α) η εξοικείωση με και, εν συνεχεία, η εμβάθυνση στη βιωματική εμπειρία μάθησης με την καλύτερη δυνατή ενεργητική συμμετοχή των εκπαιδευομένων, ώστε να αναδύονται νέες προοπτικές και ένα νέο όραμα στη λειτουργία μιας εκπαιδευτικής ομάδας και
β) η εν τω βάθει βελτίωση των ατομικών και κοινωνικών δεξιοτήτων των εκπαιδευομένων στην άσκηση ηγεσίας, τόσο σε ένα περιβάλλον προσομοίωσης μιας ομάδας εργασίας στον ακαδημαϊκό χώρο όσο και σε ένα περιβάλλον μιας μελλοντικής ομάδας στις πραγματικές συνθήκες εργασίας Επιχειρήσεων και Οργανισμών.
Εκπαιδευτικά οφέλη – μαθησιακά αποτελέσματα:
Διδάσκοντας κοινωνικές δεξιότητες με τις μεθόδους και τεχνικές της βιωματικής μάθησης (όπως ο αυτοσχεδιασμός, το παιχνίδι ρόλων, η προσομοίωση, η θεατρική δραματοποίηση, η αλυσιδωτή δημιουργική γραφή, το αρνητικό και θετικό θεατρικό σενάριο) σε μελλοντικά στελέχη Επιχειρήσεων και Οργανισμών, τα οφέλη και τα μαθησιακά αποτελέσματα που μπορούν να προκύψουν αφορούν στα ακόλουθα:
- Οι εκπαιδευόμενοι που εμπλέκονται συνειδητά, συμμετέχουν σε μια ευχάριστη δραστηριότητα ενεργητικής μάθησης που τους εφοδιάζει με την ικανότητα της κριτικής σκέψης, της στοχαστικής και της διαλεκτικής.
- Οι εκπαιδευόμενοι αναπτύσσουν τη δεξιότητα της ενσυναίσθησης, η οποία τους επιτρέπει να οδηγηθούν στη διαδικασία του αναστοχασμού, η οποία αφορά σε μια εσωτερική διεργασία που συνιστά μια μορφή αξιολόγησης, αναδιαμόρφωσης αλλά και τροποποίησης συμπεριφορών και αποτελεί προϋπόθεση της διαδικασίας της αυτογνωσίας.
- Η εκπαιδευτική διαδικασία που οδηγεί στο «γνώθι σ’ αυτόν» και διενεργείται με τη διαλεκτική και τον αναστοχασμό έχει διττό στόχο: αφενός την ενδυνάμωση του ατόμου και αφετέρου την ακαδημαϊκή και εργασιακή ευημερία.
- Σημαντική είναι η συμβολή της ομαδοσυνεργατικής μάθησης, μέσω της οποίας αναδεικνύεται μια μορφή διαλεκτικής συνύπαρξης. Σε ένα κλίμα αυθεντικότητας, ελεύθερης έκφρασης, επίλυσης συγκρούσεων, σύνθεσης διαφωνιών και αποδοχής της διαφορετικότητας, διαφαίνεται μια ευρύτερη και ενδυναμωμένη κοινωνική συλλογικότητα.
- Ο εκπαιδευτικός διαμορφώνει μια νέα ανθρωπιστική κουλτούρα στη διδακτική τέχνη, στέκεται αρωγός και μέντορας που διαπλάθει δεξιότητες μέσω των βιωματικών εμπειριών, σκιαγραφώντας έναν σύγχρονο πνευματικό και πολιτισμικό διαφωτισμό.
Μέσω της διαδραστικής έκφρασης και συζήτησης των εμπειριών που αναδεικνύονται σε όλες τις φάσεις και διαστάσεις της βιωματικής μαθησιακής διεργασίας:
- Διαμορφώνονται νέες γνώσεις, νέες δεξιότητες και ικανότητες, νέες στάσεις και εμπειρίες, συνδεόμενες με τις υπάρχουσες.
- Ενθαρρύνεται η διάθεση των συμμετεχόντων να συνεχίσουν να μαθαίνουν.
- Ενισχύεται η αυτοπεποίθηση και η ικανότητα να έχουν έναν ενδυναμωμένο ρόλο στον φοιτητικό, ακαδημαϊκό και μελλοντικό εργασιακό τους χώρο.
- Εξασκείται η ανάληψη πρωτοβουλιών, η μεγιστοποίηση των επιλογών τους με τεκμηρίωση επιχειρημάτων και η εξοικείωση με τους πολλαπλούς ρόλους μιας ενεργητικής και δημιουργικής ηγεσίας.
Τα πρώτα βήματα της μαραθώνιας αυτής διαδρομής, όπως δηλώνει η υπάρχουσα εμπειρία στο ΠΑΔΑ με πεδίο εφαρμογής την εκπαίδευση στελεχών του τομέα Υγείας και Κοινωνικής Φροντίδας, αλλά και η εμπεριστατωμένη εμπειρία μεγάλων και έγκριτων πανεπιστημίων της αλλοδαπής, θα μπορούσαν να είναι:
- Η διοργάνωση σεμιναρίων εκπαίδευσης εκπαιδευτών – καθηγητών από το Κέντρο Υποστήριξης Διδασκαλίας και Μάθησης.
- Η δημιουργία εργαστηρίων με την κοινή συμμετοχή διδασκόντων και φοιτητών, κατ’ αρχήν σε επίπεδο σχολής ή τμήματος και, εν συνεχεία, σε επίπεδο διεπιστημονικών συναφών κλάδων σπουδών.
Αποτελεί πλέον έναν κοινό τόπο, μία κοινή διαπίστωση, ότι στα νέα επιχειρησιακά περιβάλλοντα το στελεχιακό δυναμικό έρχεται σήμερα αντιμέτωπο με το ζήτημα των δεξιοτήτων στη διαχείριση των σχέσεων επικοινωνίας, συνεργασίας και συνέργειας μεταξύ των ιδίων των εργαζομένων. Τα ζητήματα αυτά αποκτούν ιδιαίτερη σημασία ακόμη περισσότερο για τα άτομα που ασκούν διευθυντικούς ρόλους, οι οποίοι απαιτούν δεξιότητες και ικανότητες διοίκησης – διαχείρισης και ενδυνάμωσης του ανθρώπινου δυναμικού.
Η ανάπτυξη της ηγετικής ικανότητας των στελεχών θεωρείται βασική στρατηγική προτεραιότητα καθώς το χαρακτηριστικό που συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία Επιχειρήσεων και Οργανισμών στον 21ο αιώνα είναι η αποτελεσματική άσκηση της ηγεσίας, η κατανόηση της λειτουργίας των διασυνδεόμενων αλληλοδράσεων και της άσκησης πολλαπλών ρόλων μεταξύ του προσωπικού διαφορετικών ειδικοτήτων και εξειδικεύσεων. Ιδιαίτερα οι ειδικότερες συνθήκες της καθημερινής λειτουργίας απαιτούν την εστίαση στην ποιότητα της επικοινωνίας, στην ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού, στις δεξιότητες και ικανότητες διαχείρισης των κινδύνων που πηγάζουν από το εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον.
Ενώπιον των αναγκών αυτών, η μετασχηματίζουσα βιωματική μάθηση, αποτελώντας μια μέθοδο ενεργητικής και δημιουργικής διδασκαλίας, φέρεται να είναι επαρκής, ικανή και αναγκαία συνθήκη συνεχούς βελτίωσης των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων των φοιτητών, προάγοντας την ακαδημαϊκή, αλλά και την (μελλοντική) τους εργασιακή ευημερία.
Βιβλιογραφία
Poulimenakou, G. & Sarris, M. (2023). Improvement in the therapeutic relationship and the quality of health care through utilization of the arts in experiential learning. Archives of Hellenic Medicine, 40(1): 44-49.
Πουλημενάκου, Γ. (2022). Διερεύνηση της Αξιοποίησης της Τέχνης στη Βιωματική Μάθηση των Λειτουργών Υγείας και στη Βελτιστοποίηση της Ποιότητας στη Φροντίδα Υγείας. Αρχεία Διδακτορικών Διατριβών.
http://dx.doi.org/10.12681/eadd/51839
Clawson, J. (2008). Experiential Methods. Darden Business Publishing, University of Virginia.
http://dx.doi.org/10.1017/CBO9780511617850.014
Miettinen, R. (2000). The concept of experiential learning and John Dewey’s theory of reflective thought and action. International Journal of Lifelong Education, 19(1): 54-72.